Η Ροδαυγή, παλαιά ονομασία Νησίστα, είναι ένα καταπράσινο κεφαλοχώρι σκαρφαλωμένο στη μέση περίπου της ανατολικής πλευράς του Ξηροβουνίου, σε υψόμετρο 740 μ. και απλωμένο πάνω από τον Άραχθο. Είναι το μεγαλύτερο από τα χωριά της πλευράς αυτής του βουνού και απέχει από την Άρτα, με τα σημερινά οδικά δεδομένα, 22 χμ.. Το πότε ακριβώς χτίστηκε το χωριό δεν είναι γνωστό. Εκείνο όμως που γνωρίζουμε είναι ότι στη θέση Κακολάγκαδο, παλιά τοποθεσία του χωριού, υπήρχε το Αθήναιον, η νότια πόλη του Κοινού των Αθαμάνων, του οποίου ίχνη των τειχών του σώζονται μέχρι και σήμερα στη θέση αυτή.
Δημόσιοι αμαξιτοί δρόμοι πριν από το 1960 δεν υπήρχαν στο χωριό. Yπήρχαν μόνο δρομάκια βατά στα ζώα και ανώμαλα τα πιο πολλά. Η επικοινωνία με τα αστικά κέντρα, Άρτα και Φιλιππιάδα, γινόταν με τα ζώα, άλογα και αγωγιάτες, ή με τα πόδια ακολουθώντας το ‘’δρόμο‘’ του Αράχθου ή τον ‘’ημιονικό‘’ δρόμο: Πιστιανά, Κιάφα, Κορφοβούνι (Μπρένιστα), Γραμμενίτσα, Άρτα. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας είχε χαρακτηριστεί από τους Τούρκους Κεφαλοχώρι (χανικέζικο) και αποτελούσε την έδρα της διοίκησης.
Ως ‘’Κεφαλοχώρι‘’ η Ροδαυγή ήταν αυτοδιοικούμενη. Τη διοίκηση την αποτελούσαν ο Μουχτάρης (ο πρόεδρος της κοινότητας) και δύο Αγάδες ως σύμβουλοι. Άλλη αρχή ήταν ο Mοντήρης (ο ειρηνοδίκης) και οι Zαπιτιέδες (χωροφύλακες). Από το 1881 μέχρι το 1913 ο Άραχθος ποταμός απετέλεσε το σύνορο μεταξύ του ‘’Ελληνικού‘’ και του ‘’Τούρκικου‘’. Τότε πολλοί Ροδαυγιώτες, για να αποφύγουν την τουρκική καταπίεση, έφυγαν από το χωριό και εγκαταστάθηκαν στο ‘’Ελληνικό‘’, στην απέναντι δηλαδή πλευρά του Αράχθου, όπου δημιούργησαν την Πέρα ή Νέα Νησίστα.
Μορφολογικά το έδαφος της Ροδαυγής παρουσιάζει έντονη ποικιλία χωρίς όμως απότομες μεταπτώσεις. Τον ορεινό όγκο του Ξηροβουνίου, από τα μισά περίπου της πλαγιάς του και κάτω, διαδέχονται μαλακοί λόφοι που καταλήγουν σε μικρές πεδιάδες κοντά στον Άραχθο ποταμό. Και όλα αυτά τυλίγονται σε μία πλούσια βλάστηση, που όμοιά της σπάνια συναντάει κανείς αλλού. Πυκνά δάση, κυρίως από ρείκια και κουμαριές (μακία βλάστηση), αλλά και πλατάνια στις ρεματιές και την παραποτάμια ζώνη, βελανιδιές, καστανιές και οπωροφόρα δέντρα καλύπτουν τον τόπο από άκρη σε άκρη. Και όπου αυτά σταματούν - στα χαμηλότερα μέρη - τα διαδέχονται καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Με όλα τούτα τα χαρακτηριστικά το ροδαυγιώτικο τοπίο, παρά την ποικιλία του, διακρίνεται από κάποιους τόνους ηρεμίας και ηπιότητας.
Από την εποχή που κατοικήθηκε το χωριό έως και τη δεκαετία του 1960 οι συνθήκες ζωής για τον τόπο έμειναν περίπου οι ίδιες. Οι περισσότεροι κάτοικοι είχαν πάντα ως κύρια απα-σχόληση τη γεωργία. Η οικονομία δεν παρουσίαζε καμιά ανάπτυξη, γιατί βασιζόταν κατά το μεγαλύτερο μέρος της στη μικρής κλίμακας γεωργική παραγωγή.
Έτσι το βιοτικό επίπεδο παρέμενε γενικά αρκετά χαμηλό. Ο πληθυσμός στην πλειονότητά του ζούσε πολύ απλά και με μεγάλη λιτότητα από την τοπική παραγωγή, έχοντας περιορίσει τις ανάγκες του στο ελάχιστο. Και όπως ήταν αυτάρκης η οικογένεια στη διατροφή, το ίδιο ήταν και στην αμφίεση και ως προς τα περισσότερα είδη οικιακής χρήσης, ακόμα και ως προς αυτή την κατοικία. Μόνοι τους έχτιζαν κατά κανόνα τα σπίτια τους ακολουθώντας τις τυποποιημένες αρχές μιας απλοποιημένης ε-μπειρικής αρχιτεκτονικής παράδοσης.
Οικισμοί
Η Ροδαυγή πολεοδομικά δεν έχει τον χαρακτήρα ενός συγκεντρωτικού χωριού αλλά αποτελείται από οικισμούς που εκτείνονται σε όλη τη γεωγραφική έκτασή της. Οι οικισμοί αυτοί είναι: το Περδικάρι, ο Άμμος, η Κερασίτσα, η Λάψαινα, το Καθαραβούνι, η Κρανούλα, η Σάντινα, το Σουμέσι, το Ξεράκι και το κεντρικό Χωριό.
Όλοι σχεδόν οι οικισμοί αυτοί είναι χτισμένοι σε μέρη τελείως αθέατα από το κέντρο του χωριού ίσως για το φόβο των επιδρομών. Φαίνεται ότι προτιμήθηκαν τοποθεσίες που συνδύαζαν την ασφάλεια με την ανοικτή θέα προς τον Άραχθο. Εκείνο όμως που χαρακτηρίζει όλους αυτούς τους οικισμούς είναι ο μη συγκεντρωτικός πολεοδομικός χαρακτήρας τους. Τα σπίτια, ακολουθώντας μια παλιά συνήθεια, δεν χτίζονται το ένα κοντά στο άλλο, αλλά το καθένα περιβάλλεται από καλλιεργήσιμες εκτάσεις.
Δημόσιοι αμαξιτοί δρόμοι πριν από το 1960 δεν υπήρχαν στο χωριό. Yπήρχαν μόνο δρομάκια βατά στα ζώα και ανώμαλα τα πιο πολλά. Η επικοινωνία με τα αστικά κέντρα, Άρτα και Φιλιππιάδα, γινόταν με τα ζώα, άλογα και αγωγιάτες, ή με τα πόδια ακολουθώντας το ‘’δρόμο‘’ του Αράχθου ή τον ‘’ημιονικό‘’ δρόμο: Πιστιανά, Κιάφα, Κορφοβούνι (Μπρένιστα), Γραμμενίτσα, Άρτα. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας είχε χαρακτηριστεί από τους Τούρκους Κεφαλοχώρι (χανικέζικο) και αποτελούσε την έδρα της διοίκησης.
Ως ‘’Κεφαλοχώρι‘’ η Ροδαυγή ήταν αυτοδιοικούμενη. Τη διοίκηση την αποτελούσαν ο Μουχτάρης (ο πρόεδρος της κοινότητας) και δύο Αγάδες ως σύμβουλοι. Άλλη αρχή ήταν ο Mοντήρης (ο ειρηνοδίκης) και οι Zαπιτιέδες (χωροφύλακες). Από το 1881 μέχρι το 1913 ο Άραχθος ποταμός απετέλεσε το σύνορο μεταξύ του ‘’Ελληνικού‘’ και του ‘’Τούρκικου‘’. Τότε πολλοί Ροδαυγιώτες, για να αποφύγουν την τουρκική καταπίεση, έφυγαν από το χωριό και εγκαταστάθηκαν στο ‘’Ελληνικό‘’, στην απέναντι δηλαδή πλευρά του Αράχθου, όπου δημιούργησαν την Πέρα ή Νέα Νησίστα.
Μορφολογικά το έδαφος της Ροδαυγής παρουσιάζει έντονη ποικιλία χωρίς όμως απότομες μεταπτώσεις. Τον ορεινό όγκο του Ξηροβουνίου, από τα μισά περίπου της πλαγιάς του και κάτω, διαδέχονται μαλακοί λόφοι που καταλήγουν σε μικρές πεδιάδες κοντά στον Άραχθο ποταμό. Και όλα αυτά τυλίγονται σε μία πλούσια βλάστηση, που όμοιά της σπάνια συναντάει κανείς αλλού. Πυκνά δάση, κυρίως από ρείκια και κουμαριές (μακία βλάστηση), αλλά και πλατάνια στις ρεματιές και την παραποτάμια ζώνη, βελανιδιές, καστανιές και οπωροφόρα δέντρα καλύπτουν τον τόπο από άκρη σε άκρη. Και όπου αυτά σταματούν - στα χαμηλότερα μέρη - τα διαδέχονται καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Με όλα τούτα τα χαρακτηριστικά το ροδαυγιώτικο τοπίο, παρά την ποικιλία του, διακρίνεται από κάποιους τόνους ηρεμίας και ηπιότητας.
Από την εποχή που κατοικήθηκε το χωριό έως και τη δεκαετία του 1960 οι συνθήκες ζωής για τον τόπο έμειναν περίπου οι ίδιες. Οι περισσότεροι κάτοικοι είχαν πάντα ως κύρια απα-σχόληση τη γεωργία. Η οικονομία δεν παρουσίαζε καμιά ανάπτυξη, γιατί βασιζόταν κατά το μεγαλύτερο μέρος της στη μικρής κλίμακας γεωργική παραγωγή.
Έτσι το βιοτικό επίπεδο παρέμενε γενικά αρκετά χαμηλό. Ο πληθυσμός στην πλειονότητά του ζούσε πολύ απλά και με μεγάλη λιτότητα από την τοπική παραγωγή, έχοντας περιορίσει τις ανάγκες του στο ελάχιστο. Και όπως ήταν αυτάρκης η οικογένεια στη διατροφή, το ίδιο ήταν και στην αμφίεση και ως προς τα περισσότερα είδη οικιακής χρήσης, ακόμα και ως προς αυτή την κατοικία. Μόνοι τους έχτιζαν κατά κανόνα τα σπίτια τους ακολουθώντας τις τυποποιημένες αρχές μιας απλοποιημένης ε-μπειρικής αρχιτεκτονικής παράδοσης.
Οικισμοί
Η Ροδαυγή πολεοδομικά δεν έχει τον χαρακτήρα ενός συγκεντρωτικού χωριού αλλά αποτελείται από οικισμούς που εκτείνονται σε όλη τη γεωγραφική έκτασή της. Οι οικισμοί αυτοί είναι: το Περδικάρι, ο Άμμος, η Κερασίτσα, η Λάψαινα, το Καθαραβούνι, η Κρανούλα, η Σάντινα, το Σουμέσι, το Ξεράκι και το κεντρικό Χωριό.
Όλοι σχεδόν οι οικισμοί αυτοί είναι χτισμένοι σε μέρη τελείως αθέατα από το κέντρο του χωριού ίσως για το φόβο των επιδρομών. Φαίνεται ότι προτιμήθηκαν τοποθεσίες που συνδύαζαν την ασφάλεια με την ανοικτή θέα προς τον Άραχθο. Εκείνο όμως που χαρακτηρίζει όλους αυτούς τους οικισμούς είναι ο μη συγκεντρωτικός πολεοδομικός χαρακτήρας τους. Τα σπίτια, ακολουθώντας μια παλιά συνήθεια, δεν χτίζονται το ένα κοντά στο άλλο, αλλά το καθένα περιβάλλεται από καλλιεργήσιμες εκτάσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου